- τοποτηρητῶν
- τοποτηρητήςwarden of amasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
областель — ОБЛАСТЕЛ|Ь (5*), Ѧ с. Владыка, правитель. Зд. Епископ: аще паки [монах] оставить монастырь. тогда областель власти то˫а. в неи же обрѧщеть(с). да иметь и. (ὁ ἄρχων τῆς ἐπαρχίας) МПр XIV, 164; ♦ мѣстьныи областель – местоблюститель; лицо, временно … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Καϊρουάν — (αραβ. Al Qayrawan, διεθν. Kairouan).Πόλη (110.280 κάτ. το 1998) της βορειοανατολικής Τυνησίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου κυβερνείου (6.712 τ. χλμ., 570.900 κάτ. το 2002). Η πόλη –μία από τις ιερές πόλεις του Ισλάμ– ιδρύθηκε το 670 μ.Χ. και στις… … Dictionary of Greek